Της Ελευθερίας Μηλάκη
Ήταν μια γυναίκα που πραγματικά ζούσε, σε έναν πραγματικό δρόμο, η πολυκατοικία στην οποία ζούσε ήταν ακριβώς απέναντι από το μαγαζί της. Κομμωτήριο είχε. Είχε επίσης σύζυγο, παιδιά και γονείς, η μητέρα της τη βοηθούσε, για να μπορεί να δουλεύει, μαγείρευε, καθάριζε, φρόντιζε τα παιδιά. Ήταν μια λεπτή καστανή κοπέλα, μετρίου ύψους προς ψηλή, με σγουρά μαλλιά. Ήταν πολύ νέα, γύρω στα 35, μπορεί και λιγότερο, όταν πήγα πρώτη και τελευταία δυστυχώς φορά στο κομμωτήριό της. Αναζητούσα ένα νέο κομμωτήριο που να είναι κοντά στη νέα μου γειτονιά και θεώρησα ότι η Χριστίνα ήταν μια καλή επιλογή. Μου έφτιαξε τα μαλλιά, βαφή, κούρεμα, χτένισμα… Πριν φύγω τη ρώτησα αν μπορεί να μου προτείνει κάποιο προϊόν φροντίδας και τότε μου χάρισε από το ράφι της κάποια προϊόντα, σαμπουάν και μάσκα, δεν θυμάμαι καλά, με ελαιόλαδο. Δεν μιλούσε πολύ, όμως από τα λίγα λόγια που είπαμε κατάλαβα ότι δεν ήταν «Ελληνίδα». Τη ρώτησα και μου απάντησε ότι ήταν ποντιακής καταγωγής, ότι καταγόταν από κάποια χώρα της πρώην Σοβιετικής Ένωσης και είχε έρθει στην Κρήτη για να κάνει μια νέα αρχή στη ζωή της. Της ευχήθηκα καλές δουλειές και έφυγα, αποφασισμένη να ξαναπάω.
Λίγο καιρό αργότερα, πριν να έρθει η ώρα για την επόμενη επίσκεψη μου στο κομμωτήριο, η αλήθεια είναι ότι δεν πάω πάρα πολύ συχνά, είδα σε κάποια εφημερίδα ή σάιτ τη φωτογραφία της Χριστίνας. Είχε πεθάνει από καρκίνο. Εκείνη τη φορά στο κομμωτήριό της δεν έδειχνε κάποιο σημάδι ασθένειας, φαινόταν υγιής και δυνατή. Ένας θεός ξέρει τι είχε συμβεί…
Μετά έφυγα πάλι. Βρέθηκα ξανά στο Βερολίνο, αυτή τη φορά στην μποέμ, αναρχική και «ανεκτική», αν και αυτό είναι παλιά λέξη, τώρα είναι κάτι αυτονόητο, ανατολική πλευρά. Εκείνη τη μέρα είχα βρεθεί στο κέντρο της πόλης με το φίλο μου, Ζ. Περιπλανηθήκαμε αρκετή ώρα, γιατί έψαχνα ένα συγκεκριμένο αμερικάνικο καφέ, το οποίο είχα δει σε διαφήμιση στο γερμανικό περιοδικό Maxi και μου είχε γεννηθεί η επιθυμία να πάω. Ήταν ένα μικρό όνειρο. Να πάω για καφέ στο Cupcake Berlin. Το μαγαζί αυτό έκλεισε αργότερα στα χρόνια της κρίσης του κόβιντ, εκείνη όμως τη μέρα και ενώ ετοιμαζόμουν να εγκαταλείψω την προσπάθεια, το είδα ξαφνικά μπροστά μου… Ο Ζ. δεν μπορούσε να καταλάβει προς τι αυτή η επιμονή να πάω σε εκείνο το συγκεκριμένο καφέ, ενώ υπήρχαν τόσα άλλα τριγύρω. Όταν φύγαμε πήρα άλλα δύο cupcake με βανίλια και μπλούμπερις σε πακέτο… Πήγαμε για λίγο στην πλατεία Alexanderplatz, πριν ο Ζ. φύγει για τη δουλειά του, δούλευε ως λαντζέρης σε πακιστανικό εστιατόριο. Βλέπεις; Εδώ έχει κάθε καρυδιάς καρύδι, μου είπε με τα λίγα ελληνικά που ήξερε, αλλά κατάλαβα… Ήταν μία τηλεοπτική σειρά που έβλεπα παλιά, το Berlin Alexanderplatz. Σε ένα επεισόδιο ήταν κάτι αλήτες που σκότωσαν μια φίλη τους και μετά κλαίγανε για εκείνη. Η Μίτσι μας! Unsere Mitzi! Πόσο μοιάζει αλήθεια αυτή η σκηνή με τον σέξι ογκολόγο που βλέπει στον καρκίνο μια σπουδαία ευκαιρία για χρήμα και δόξα και με κάθε θάνατο ασθενή βγαίνει στα σόσιαλ μίντια για παράδειγμα ως εξής «χάσαμε τη Χριστίνα μας! Ήταν γενναία»!
Είναι και άλλες ιστορίες που ξέρω. Ήταν γιορτές Χριστουγέννων όταν είχα αγοράσει το λογοτεχνικό βιβλίο ενός Ιταλού δημοσιογράφου, το οποίο είχε ως θέμα μια μητέρα με καρκίνο, ενώ το πιο δύσκολο κομμάτι της όλης υπόθεσης ήταν ότι το μικρό αγόρι της δεν μπορούσε να καταλάβει τι συνέβαινε, ζούσε κανονικά και η μητέρα αισθανόταν σαν το παιδί να μην την αγαπούσε… Τελικά πέθανε και αυτή. Άρχισα να σκέφτομαι τη Χριστίνα. Προσπαθούσα να υποθέσω τι της είχε συμβεί. Μπορεί να διαγνώστηκε ξαφνικά και τυχαία, όταν ήταν πια πολύ αργά, για να κάνει οτιδήποτε. Ή μπορεί να μην είχε την οικονομική δυνατότητα να παρέχει στον εαυτό της τη θεραπεία που θα της έσωζε τη ζωή, οι χρόνοι αναμονής να ήταν μεγάλοι στο δημόσιο και στα ιδιωτικά νοσοκομεία το κόστος απαγορευτικό. Μπορεί να μην ήθελε να το μοιραστεί με τους δικούς ανθρώπους, για να μην τους στενοχωρήσει ή τους επιβαρύνει. Δεν μπορούσε καν να φανταστεί ότι υπάρχουν άνθρωποι που δεν κάνουν τα πάντα για να σώσουν τον άνθρωπό τους! Μπορεί να φοβήθηκε τις συνέπειες της θεραπείας στην εμφάνιση και στη δουλειά της, μπορεί ακόμα και να γνώριζε για την ασθένειά της καιρό και να είχε αποφασίσει να μην κάνει τις θεραπείες που της πρότειναν οι γιατροί. Από τότε μέχρι σήμερα έχουν περάσει σχεδόν δέκα χρόνια, η επιστήμη προοδεύει, υπάρχουν περισσότερες επιλογές! Ή μπορεί να είχε περάσει καρκίνο παλιότερα, να είχε γίνει καλά και η ασθένεια να επέστρεψε. Είχα επισκεφτεί τυχαία ένα γιατρό στην Αθήνα, για ένα μικρό πρόβλημα που είχα, του μίλησα λίγο παραπάνω για μένα και τότε μου είπε και αυτός την ιστορία του. Ήταν πολύ νέος και το γραφείο του ιδιαίτερα πολυτελές. Όταν διαγνώστηκε με καρκίνο του είπαν στα νοσοκομεία της Αθήνας ότι δεν είχε καμία ελπίδα και ότι πρέπει να περιμένει το θάνατο που θα ερχόταν σε μερικούς μήνες. Όμως αυτός είχε μαζέψει χρήματα δουλεύοντας στο εξωτερικό, είχε ένα γερό κομπόδεμα, το οποίο ξόδεψε για να γίνει καλά σε νοσοκομείο του εξωτερικού. Με τα χρήματα που απέμειναν άνοιξε το γραφείο του, αφού με τη θεραπεία και όλα αυτά είχε χάσει μια θέση διευθυντή σε κλινική του εξωτερικού… Ήταν και ο κύριος Ν., επιτυχημένος επιχειρηματίας με δική του βιοτεχνία που χρεοκόπησε στα χρόνια της οικονομικής κρίσης, αρρώστησε με καρκίνο, το πάλεψε μερικά χρόνια, ξόδεψε τεράστια ποσά, όμως τελικά πέθανε. Θα μπορούσε να είχε φτιάξει ξανά τη ζωή του. Όμως επέλεξε να πληρώσει τα χρεή του προς το προσωπικό του και ας στενοχωρηθεί ο ίδιος μέχρι θανάτου… Είχε πάει στην τράπεζα, γιορτινές μέρες και δεν μπορούσε να λάβει ούτε ένα ευρώ από το λογαριασμό του…
Πάμε ακόμα μια μικρή βόλτα πριν φύγεις… Σταθήκαμε στη βιτρίνα ενός pet shop… Υπήρχε μια μεγάλη γυάλα με ταραντούλες, εκατό ευρώ η μία… Πόσα παιδιά κάνει αυτή; Σκέφτηκε φωναχτά ο Ζ., βλέποντας τις αράχνες ως μια εξαιρετική επιχειρηματική ιδέα! Έφυγε μετά και έμεινα μόνη να κοιτάζω τη βιτρίνα με τις ταραντούλες. Το χρήμα, το χρήμα στο καπιταλιστικό σύστημα είναι κάτι ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΑ σημαντικό, με το χρήμα έχεις τόσο αξιοπρεπή περίθαλψη σαν να κάνεις διακοπές σε πολυτελές ξενοδοχείο. Ο ορισμός του… pampering! Σαν να είσαι σε hotel spa. Αντίθετα μια μέρα είχα πάει στα εξωτερικά ιατρεία του Βενιζελείου, ήταν μέσα στο 2023, λίγους μήνες πριν δηλαδή, περίμενα τρεις ώρες και έφυγα χωρίς να με δει γιατρός… Από ότι φαίνεται έχει καθιερωθεί για τα καλά το ΤΕΛΟΣ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ που είχε διακηρύξει εκείνος ο Φουκουγιάμα… Ζήσαμε την αρχή του τέλους, τώρα πρέπει επιτέλους να έρθει και το τέλος του τέλους… Να ένα τούρκικο ζαχαροπλαστείο. Για μένα μερικά κομμάτια μπακλαβά με φιστίκια Αιγίνης… Την ομορφιά της ζωής δεν θα τη θολώσουν οι τρομερές αναθυμιάσεις του κόσμου, όπως τις περιέγραψε ο Νίκος Καζαντζάκης. Πάντα να βρίσκουμε δρόμους για να κατεβαίνουμε από το καρουζέλ των σκέψεων… Δεν θέλω να είμαι μόνη με τις σκέψεις μου γι’ αυτό διαβάζω, αναζητώ τι σκέφτονται τα μεγάλα πνεύματα… Να γίνει μια ειρηνική κατά προτίμηση επανάσταση, με πρώτο μέλημα να πέσουν τα νοσοκομεία, δημόσια και ιδιωτικά, σε μια δίκαιη αρχή. Το παραξηλώσαμε το πουλόβερ της κοινωνικής πολιτικής και ο ελληνικός λαός ζει σε ένα συλλογικό ψέμα ότι ευημερεί… Όπως ο Γερμανοί ζούσαν το συλλογικό τους ψέμα ότι δεν γνώριζαν το «έργο» του Χίτλερ όσον αφορά Εβραίους, Τσιγγάνους, σλάβους, αναπήρους, αρρώστους, γέρους και κάθε είδους «ψυχικά» ασταθή άτομα όπως ομοφυλόφιλους… Αν, λέω άν, αγοράσεις μερικές κυριακάτικες εφημερίδες μαζί με τα ένθετα και τις διαβάσεις πίνοντας τον καφέ σου, θα δεις, όλα είναι τέλεια, όλα λαμπερά, φαντασμαγορικά… Παγιέτες, διαφάνειες, ασημένιες και χρυσές λάμψεις, γούνες, φτερά… Η ζωή μπορεί να είναι ωραία ή να μην είναι, όμως, όπως έλεγε εκείνος ο Ιταλός δημοσιογράφος, είμαστε ζωντανοί. Ολοζώντανοι… Όσο για την περίπτωση που αρρωστήσεις, να βρεις πρώτα ένα τζαμί, μια εκκλησιά, να προσευχηθείς. Και κάτι θα γίνει, θα δεις…